Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ψευτοδουλειά“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ψευτοδουλειά [psɛftɔðuˈʎa] SUBST θηλ

1. ψευτοδουλειά (κακοκαμωμένο κατασκεύασμα):

ψευτοδουλειά
Pfuscherei θηλ

2. ψευτοδουλειά (μικροδουλειά):

ψευτοδουλειά
Nichtigkeit θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский