Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ψειριάρης“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

I . ψειριάρ|ης <-α, -ικο> [psiˈri̯aris] ΕΠΊΘ

ψειριάρης

II . ψειριάρ|ης <-α, -ικο> [psiˈri̯aris] SUBST αρσ/θηλ μειωτ

ψειριάρης
Lump αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский