Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „χτυπητός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

χτυπητ|ός <-ή, -ό> [xtipiˈtɔs] ΕΠΊΘ

1. χτυπητός (που χτυπήθηκε):

χτυπητός

2. χτυπητός (φανταχτερός):

χτυπητός

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский