Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „φτηναίνω“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

I . φτην|αίνω <-υνα> [ftiˈnɛnɔ] VERB μεταβ (κατεβάζω τιμή)

φτηναίνω

II . φτην|αίνω <-υνα> [ftiˈnɛnɔ] VERB αμετάβ (γίνομαι φτηνότερος)

φτηναίνω

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский