Ελληνικά » Γερμανικά

φορμαλιστικ|ός <-ή, -ό> [fɔrmalistiˈkɔs] ΕΠΊΘ

καπιταλιστικ|ός <-ή, -ό> [kapitalistiˈkɔs] ΕΠΊΘ

αμοραλιστικ|ός <-ή, -ό> [amɔralistiˈkɔs] ΕΠΊΘ

αντισοσιαλιστικ|ός <-ή, -ό> [andisɔsi̯alistiˈkɔs] ΕΠΊΘ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Αναζήτηση στο λεξικό

Ελληνικά

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский