Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „φοίτηση“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

φοίτηση [ˈfitisi] SUBST θηλ nur ενικ

φοίτηση σε
Studium ουδ an +δοτ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский