Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „φαγώνομαι“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

φαγώ|νομαι <-θηκα, -μένος> [faˈɣɔnɔmɛ] VERB αυτοπ ρήμα

1. φαγώνομαι (φθείρομαι):

φαγώνομαι

2. φαγώνομαι οικ (μαλώνω):

φαγώνομαι

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский