Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „υφαίνω“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

υφ|αίνω <-ανα, -ά(ν)θηκα, -ασμένος> [iˈfɛnɔ] VERB μεταβ

1. υφαίνω (ύφασμα):

υφαίνω

2. υφαίνω (για αράχνη):

υφαίνω

3. υφαίνω μτφ (προετοιμάζω κάτι κακό):

υφαίνω

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский