Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „υστερικός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

I . υστερικ|ός <-ή, -ό> [istɛriˈkɔs] ΕΠΊΘ

II . υστερικ|ός <-ή, -ό> [istɛriˈkɔs] SUBST αρσ/θηλ

υστερικός
Hysteriker(in) αρσ (θηλ)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский