Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „υποσκελισμός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

υποσκελισμός [ipɔscɛlizˈmɔs] SUBST αρσ, υποσκέλισ|η [ipɔˈscɛlisi] <-εις> SUBST θηλ

υποσκελισμός
Verdrängung θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский