Ελληνικά » Γερμανικά
Βλέπετε αποτελέσματα που γράφονται παρόμοια: υπομισθωτής , υπεκμισθωτής , μισθωτήριο , υπομίσθωση και υπομισθώνω

υπομισθωτής (υπομισθώτρια) [ipɔmisθɔˈtis, ipɔmisˈθɔtria] SUBST αρσ/θηλ (θηλ)

υπομισθωτής (υπομισθώτρια)
Untermieter(in) αρσ (θηλ)

υπομισθώ|νω <-σα, -θηκα, -μένος> [ipɔmisˈθɔnɔ] VERB μεταβ

υπομίσθωσ|η <-εις> [ipɔˈmisθɔsi] SUBST θηλ

υπεκμισθωτής (υπεκμισθώτρια) [ipɛkmisθɔˈtis, ipɛkmisˈθɔtria] SUBST αρσ/θηλ (θηλ)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский