Ελληνικά » Γερμανικά

τριανταφυλλένι|ος <-α, -ο> [triandafiˈlɛɲɔs] ΕΠΊΘ

τριανταφυλλένιος
Rosen-

τριανταφυλλένιος ΕΠΊΘ

Καταχώριση χρήστη
τριανταφυλλένιος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский