Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „σφυρηλασία“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

σφυρηλασία [sfirilaˈsia] SUBST θηλ, σφυρηλάτησ|η [sfiriˈlatisi] <-εις> SUBST θηλ

σφυρηλασία
Schmieden ουδ
κρουστική σφυρηλασία

Παραδειγματικές φράσεις με σφυρηλασία

κρουστική σφυρηλασία

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский