Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „συνυφαίνω“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

συνυφ|αίνω <-ανα, -άνθηκα, -ασμένος> [siniˈfɛnɔ] VERB μεταβ

1. συνυφαίνω (υφαίνω):

συνυφαίνω

2. συνυφαίνω μτφ (μηχανορραφώ):

συνυφαίνω

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский