Ελληνικά » Γερμανικά

συμπάθεια [simˈbaθia] SUBST θηλ

1. συμπάθεια (φιλική διάθεση):

Sympathie θηλ für

2. συμπάθεια (συμπόνια):

Mitleid θηλ mit

συμπαθ|ής <-ής, -ές> [simbaˈθis] ΕΠΊΘ

συμπάθιο [simˈbaθiɔ] SUBST ουδ

συμπαγ|ής <-ής, -ές> [simbaˈjis] ΕΠΊΘ ΜΑΘ

συμπαίκτης (συμπαίκτρια) [simˈbɛktis, simˈbɛktria], συμπαίχτης (συμπαίχτρια) [simˈbɛxtis, simˈbɛxtria] SUBST αρσ/θηλ (θηλ)

εμπάθεια [ɛmˈbaθia] SUBST θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский