Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „στοιχειώδης“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

στοιχειώδ|ης <-ης, -ες> [stiçiˈɔðis] ΕΠΊΘ

στοιχειώδης
στοιχειώδης έννοια
Grundbegriff αρσ

Παραδειγματικές φράσεις με στοιχειώδης

στοιχειώδης έννοια

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский