Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „στιλό“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

στιλό [stiˈlɔ] SUBST ουδ

1. στιλό (με μελάνι):

στιλό
στιλό
Füller αρσ

2. στιλό (διαρκείας):

στιλό

Παραδειγματικές φράσεις με στιλό

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский