Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „στερεοσκοπικός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

στερεοσκοπικ|ός <-ή, -ό> [stɛrɛɔskɔpiˈkɔs] ΕΠΊΘ

στερεοσκοπικός

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский