Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „σταχυολογώ“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

I . σταχυολογ|ώ <-είς, -ησα, -ήθηκα, -ημένος> [staçiɔlɔˈɣɔ] VERB αμετάβ (μαζεύω στάχυα)

σταχυολογώ

II . σταχυολογ|ώ <-είς, -ησα, -ήθηκα, -ημένος> [staçiɔlɔˈɣɔ] VERB μεταβ μτφ (ανθολογώ)

σταχυολογώ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский