Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „στέφω“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

στέ|φω <-ψα, -φτηκα> [ˈstɛfɔ] VERB μεταβ

Παραδειγματικές φράσεις με στέφω

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский