I . σπά|(ζ)ω <-σα, -σμένος> [ˈspa(z)ɔ] VERB μεταβ
1. σπά(ζ)ω (πιάτο, ξύλο κτλ):
-
σπά(ζ)ω
2. σπά(ζ)ω (χαλώ):
-
σπά(ζ)ω
II . σπά|(ζ)ω <-σα, -σμένος> [ˈspa(z)ɔ] VERB αμετάβ
2. σπά(ζ)ω (χαλώ):
-
σπά(ζ)ω
Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?
Καταχωρίστε νέο λήμμα.