Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „σνομπάρω“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

σνομπάρ|ω <-ισα> [snɔˈbarɔ] VERB μεταβ

Παραδειγματικές φράσεις με σνομπάρω

σνομπάρω κάποιον

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский