Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „σκηνίτης“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

σκηνίτης (σκηνίτισσα) [sciˈnitis, sciˈnitisa] SUBST αρσ/θηλ (θηλ)

σκηνίτης (σκηνίτισσα)
Zeltbewohner(in) αρσ (θηλ)

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский