Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „σημαδεύω“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

σημαδ|εύω <-εψα, -εύηκα, -εμένος> [simaˈðɛvɔ] VERB μεταβ

1. σημαδεύω (βάζω σημάδι):

σημαδεύω

2. σημαδεύω (με όπλο):

σημαδεύω κάτι
auf etw αιτ zielen

Παραδειγματικές φράσεις με σημαδεύω

σημαδεύω κάτι
auf etw αιτ zielen

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский