Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „σαραβαλιάζω“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

σαραβαλιά|ζω <-σα, -στηκα, -σμένος> [saravaˈʎazɔ] VERB μεταβ (χαλώ)

σαραβαλιάζω

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский