Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „σίγουρος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

σίγουρ|ος <-η, -ο> [ˈsiɣurɔs] ΕΠΊΘ

σίγουρος
είσαι σίγουρος;
μπορείς να είσαι σίγουρος ότι

Παραδειγματικές φράσεις με σίγουρος

είσαι σίγουρος;
μπορείς να είσαι σίγουρος ότι

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский