Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ρύζι“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ρύζι [ˈrizi] SUBST ουδ

ρύζι
Reis αρσ
άγριο ρύζι
Wildreis αρσ
Naturreis αρσ
weißer Reis αρσ
καστανό ρύζι
brauner Reis αρσ
ρύζι μπασμάτι
Basmatireis αρσ

Παραδειγματικές φράσεις με ρύζι

άγριο ρύζι
Wildreis αρσ
Naturreis αρσ
brauner Reis αρσ
ξίδι από ρύζι
Reisessig αρσ
weißer Reis αρσ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский