Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „πύο“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

πύο [ˈpiɔ] SUBST ουδ

πύο
Eiter αρσ
βγάζω πύο

Παραδειγματικές φράσεις με πύο

βγάζω πύο

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский