Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „πομπή“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

πομπή [pɔmˈbi] SUBST θηλ

1. πομπή (πανηγυρική):

πομπή
Festzug αρσ

2. πομπή ΘΡΗΣΚ:

πομπή
Prozession θηλ

3. πομπή (ηθικό στίγμα):

πομπή
Schandfleck αρσ

Παραδειγματικές φράσεις με πομπή

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский