Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „πληγωμένος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

πληγωμέν|ος <-η, -ο> [pliɣɔˈmɛnɔs] ΕΠΊΘ και μτφ

πληγωμένος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский