Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „πλεύρισμα“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

πλεύρισμα [ˈplɛvrizma] SUBST ουδ

πλεύρισμα
Annäherung θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский