Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „πλήρης“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

πλήρ|ης <-ης, -ες> [ˈpliris] ΕΠΊΘ

1. πλήρης (άρτιος):

πλήρης

2. πλήρης (γεμάτος):

πλήρης

3. πλήρης (ξενοδοχείο):

πλήρης

4. πλήρης (ολοκληρωτικός: υποστήριξη):

πλήρης

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский