Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „πλέγμα“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

πλέγμα [ˈplɛɣma] SUBST ουδ

1. πλέγμα:

πλέγμα
Geflecht ουδ
νευρικό πλέγμα
Plexus αρσ
νευρικό πλέγμα
πνευμονικό πλέγμα
Gradnetz ουδ

2. πλέγμα (σύμπλεγμα) ΨΥΧ:

πλέγμα
Komplex αρσ

Παραδειγματικές φράσεις με πλέγμα

φαρυγγικό πλέγμα
εξαγωνικό πλέγμα ΧΗΜ
νευρικό πλέγμα
Plexus αρσ
πλέγμα ελέγχου
κυβικό πλέγμα
πλάγιο πλέγμα

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский