Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „πεταχτός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

πεταχτ|ός <-ή, -ό> [pɛtaxˈtɔs] ΕΠΊΘ

1. πεταχτός (που ρίχτηκε):

πεταχτός

2. πεταχτός (που εξέχει):

πεταχτός

3. πεταχτός (ζωηρός):

πεταχτός

4. πεταχτός (φιλί, ματιά):

πεταχτός

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский