Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „περισώζω“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

περι|σώζω <-έσωσα, -σώθηκα, -σωσμένος> [pɛriˈsɔzɔ] VERB μεταβ

περισώζω κάτι από κάτι
etw vor etw δοτ retten

Παραδειγματικές φράσεις με περισώζω

περισώζω κάτι από κάτι
etw vor etw δοτ retten

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский