Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „περίπτερο“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

περίπτερο [pɛˈriptɛrɔ] SUBST ουδ

1. περίπτερο (σε πεζοδρόμιο):

περίπτερο
Kiosk αρσ

2. περίπτερο (σε έκθεση):

περίπτερο
Pavillon αρσ

Παραδειγματικές φράσεις με περίπτερο

σάλταρε στο περίπτερο να
το περίπτερο είναι στη γωνία

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский