Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „παροιμιακός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

παροιμιακ|ός <-ή, -ό> [parimiaˈkɔs] ΕΠΊΘ

παροιμιακός

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский