Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „παρακούω“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

I . παρακού|ω <-σα> [paraˈkuɔ] VERB μεταβ

παρακούω κάτι

II . παρακού|ω <-σα> [paraˈkuɔ] VERB αμετάβ

2. παρακούω (απειθώ):

παρακούω

Παραδειγματικές φράσεις με παρακούω

παρακούω κάτι

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский