Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „παραδίνω“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

I . παρ|αδίνω [paraˈðinɔ], παρ|αδίδω [paraˈðiðɔ] <-άδωσα [ή -έδωσα], -αδόθηκα, -αδομένος> VERB μεταβ

1. παραδίνω (δίνω σε κάποιον):

παραδίνω
παραδίνω τα όπλα

2. παραδίνω (μήνυμα):

παραδίνω

3. παραδίνω (μαθήματα):

παραδίνω

II . παραδίνομαι o παραδίδομαι VERB αυτοπ ρήμα

Παραδειγματικές φράσεις με παραδίνω

παραδίνω τα όπλα

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский