Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „παρέκβαση“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

παρέκβασ|η <-εις> [paˈrɛkvasi] SUBST θηλ

παρέκβαση
Abschweifung θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский