Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „παράρτημα“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

παράρτημα [paˈrartima] SUBST ουδ

1. παράρτημα (βιβλίου):

παράρτημα
Anhang αρσ

2. παράρτημα (εφημερίδας):

παράρτημα
Beilage θηλ

3. παράρτημα (οργανισμού):

παράρτημα
Zweigstelle θηλ

4. παράρτημα (κτήριο):

παράρτημα
Nebengebäude ουδ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский