Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „οριακή“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

οριακή τάση
Grenzspannung θηλ
οριακή περίπτωση
Grenzfall αρσ
οριακή τιμή
Grenzwert αρσ
οριακή αντίσταση
οριακή απόδοση
Grenzertrag αρσ
οριακή περίπτωση
Grenzfall αρσ
οριακή τιμή ΦΥΣ
Grenzwert αρσ
Γερμανικά » Ελληνικά

Μεταφράσεις για „οριακή“ στο λεξικό Γερμανικά » Ελληνικά (Μετάβαση προς Ελληνικά » Γερμανικά)

οριακή τιμή θηλ
οριακή περίπτωση θηλ
οριακή κατάσταση
οριακή ζώνη θηλ
οριακή τιμή θηλ
οριακή τιμή αλκοόλ θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский