Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „ολιγοφάγος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

ολιγοφάγ|ος <-ος, -ο> [ɔliɣɔˈfaɣɔs] ΕΠΊΘ

1. ολιγοφάγος (άνθρωπος):

ολιγοφάγος

2. ολιγοφάγος ΖΩΟΛ:

ολιγοφάγος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский