Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „νοηματικός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

νοηματικ|ός <-ή, -ό> [nɔimatiˈkɔs] ΕΠΊΘ

1. νοηματικός (σχετιζόμενος με την έννοια):

νοηματικός
Sinn-

2. νοηματικός (σχετιζόμενος με τα συνθήματα):

νοηματικός
Zeichen-

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский