Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „νεαρός“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

I . νεαρ|ός <-ή, -ό> [nɛaˈrɔs] ΕΠΊΘ

νεαρός

II . νεαρ|ός <-ή, -ό> [nɛaˈrɔs] SUBST αρσ/θηλ

νεαρός

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский