Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „νέον“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

νέον [ˈnɛɔn] SUBST ουδ ΧΗΜ

νέον
Neon ουδ
λαμπτήρας αρσ με νέον
Neonröhre θηλ

Παραδειγματικές φράσεις με νέον

λαμπτήρας αρσ με νέον
Neonröhre θηλ
Neonröhre θηλ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский