Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „μπουλόνι“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

μπουλόνι [buˈlɔni] SUBST ουδ

μπουλόνι
μπουλόνι με κρίκο
μπουλόνι (βίδα χωρίς κεφάλι) ουδ ΤΕΧΝΟΛ
Gewindebolzen αρσ
μπουλόνι (βίδα με κεφάλι) ουδ ΤΕΧΝΟΛ

Παραδειγματικές φράσεις με μπουλόνι

μπουλόνι με κρίκο

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский