Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „μπαστάρδικος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά

(Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

μπαστάρδικ|ος <-η, -ο> [basˈtarðikɔs] ΕΠΊΘ (νοθευμένος)

μπαστάρδικος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский