Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „μουράτος“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

μουράτ|ος <-η, -ο> [muˈratɔs] ΕΠΊΘ

1. μουράτος οικ (που πουλάει μούρη):

μουράτος

2. μουράτος οικ (αυτοκίνητο κτλ):

μουράτος

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский