Ελληνικά » Γερμανικά

Μεταφράσεις για „μισθοδοσία“ στο λεξικό Ελληνικά » Γερμανικά (Μετάβαση προς Γερμανικά » Ελληνικά)

μισθοδοσία [misθɔðɔˈsia] SUBST θηλ

μισθοδοσία
Lohnzahlung θηλ
Lohnbüro ουδ

Θέλετε να προσθέσετε μια λέξη, φράση ή μετάφραση?

Καταχωρίστε νέο λήμμα.

Σελίδα στα Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский